where art is always in focus

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
2.5.25

Η συνεισφορά του Άλφρεντ Στίγκλιτζ στον Αμερικανικό Μοντερνισμό

2.5' διάβασμα
 

 

 

 

Άλφρεντ Στίγκλιτζ
Τερματικός Σταθμός Γκραντ Σέντραλ, Νέα Υόρκη, π.1930

Το 1905, ο ιθύνων νους πίσω από τη σύγχρονη φωτογραφία Άλφρεντ Στίγκλιτζ και ο Έντουαρντ Στάιχεν, πρωτοπόρος και αυτός της Αμερικανικής φωτογραφίας, άνοιξαν έναν εκθεσιακό χώρο στη Νέα Υόρκη. Η Little Galleries of the Photo Secession, που σύντομα έγινε γνωστή ως 291, από τη διεύθυνσή της στην Πέμπτη Λεωφόρο, αρχικά προωθούσε την καλλιτεχνική φωτογραφία. Αλλά το 1907 ο Στάιχεν έφυγε για το Παρίσι και άρχισε να στέλνει στην πατρίδα του δείγματα του ριζοσπαστικού εικαστικού κινήματος που αναδυόταν εκεί: εκτυπώσεις του Ματίς, σχέδια του Ροντέν, πίνακες του Πικάσο και έργα τέχνης Αμερικανών στην Ευρώπη που είχαν επηρεαστεί από τον κυβισμό, τον Φωβισμό ή τον Εξπρεσιονισμό.



Άλφρεντ Στίγκλιτζ
'δια χειρός ανθρώπου', 1902

Άλφρεντ Στίγκλιτζ
Χειμώνας, Πέμπτη Λεωφόρος, 1892

Έντουαρντ Στάιχεν
το Φλατάιρον, 1904

Έντουαρντ Στάιχεν
Η Τερέζ Ντάνκαν στην Ακρόπολη, 1921

Τα επόμενα 10 χρόνια, η 291 έγινε η αφετηρία για μια ομάδα Αμερικανών καλλιτεχνών - Τζον Μάριν, Άρθουρ Νταβ, Άλφρεντ Μάουρερ, Μαξ Βέμπερ, Μάρσντεν Χάρτλεϊ, ο Γερμανός μετανάστης Όσκαρ Μπλούμνερ και άλλοι - που εμπνεύστηκαν να φέρουν μια παρόμοια καλλιτεχνική επανάσταση στην πατρίδα τους, αλλά σε αρμονία με το αμερικανικό ιδίωμα που ήταν εμφανές στη φιλόδοξη αρχιτεκτονική της Νέας Υόρκης, με την ακμάζουσα βιομηχανική οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών και τα απέραντα και ποικίλα τοπία της.
 Το 1912 ο Στίγκλιτζ ανακοίνωσε την «Πρώτη έκθεση παγκόσμια του 'Αρθουρ Γ. Ντάβ», η οποία δεν ήταν, βέβαια, η πρώτη έκθεση του Ντάβ, αλλά περιελάμβανε τα πρώτα αφηρημένα έργα του - μια σειρά από παστέλ, μερικά από τα οποία αργότερα ο Στίγκλιτζ ονόμασε «Η φύση συμβολίζεται». Αυτά ήταν τα πρώτα αφηρημένα έργα Αμερικανού καλλιτέχνη που παρουσιάστηκαν δημοσίως, πειραματισμοί σύγχρονοι με εκείνους των Πικάμπια, Καντίνσκι και Ντελοναί στην Ευρώπη.



Άρθουρ Ντάβ
'Σύννεφα και Νερό', 1930

Άρθουρ Ντάβ,
'ο κριτικός', 1925

Η έκθεση Armory Show του 1913 παρουσίασε αυτούς τους καλλιτέχνες στο ευρύτερο κοινό, εκθέτοντας περίπου 1.400 πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά και διακοσμητικά έργα από πρωτοποριακούς Ευρωπαίους και Αμερικανούς καλλιτέχνες. Το έργο του Μαρσέλ Ντυσάν Γυμνό κατεβαίνοντας μια σκάλα Νο 2 (1912) προκάλεσε σκάνδαλο στον Τύπο, αλλά αυτή η έκθεση-ορόσημο έφερε τον μοντερνισμό στη δημόσια σκηνή, ενθαρρύνοντας τελικά τον εναγκαλισμό της μοντέρνας τέχνης που οδήγησε το 1929 στην ίδρυση του MoMA. Ο Στίγκλιτζ έκλεισε το 291 το 1917, αλλά σε εκθέσεις στις Anderson Galleries, Intimate Gallery και An American Place συνέχισε να υπερασπίζεται τη σταθερή ομάδα του των «επτά Αμερικανών»: δύο φωτογράφους -τον ίδιο και τον Πολ Στραντ- και τους ζωγράφους Χάρτλεϊ, Μάριν, Νταβ, Τζόρτζια Ο'Κιφ και Τσαρλς Ντέμουθ. Κατά τις δεκαετίες του 1920 και του '30 οι καλλιτέχνες αυτοί ανέπτυξαν ξεχωριστά ρεύματα μοντερνισμού, βοηθούμενοι από τους κριτικούς, τους συλλέκτες, τον ενθουσιασμό του Στίγκλιτς και έχοντας τη θεσμική υποστήριξη.

 

Πολ Στράντ, Γουόλ Στριτ, Νέα Υόρκη, 1915 © Aperture Foundation Inc.

φωτογραφία του Πολ Στραντ, 1917

Μάρσντεν Χάρτλεϊ
'ένα παράθυρο στις Βερμούδες με ημιτροπικό χαρακτήρα', 1917,
© Μουσείο Ντε Γιουνγκ

Τσαρλς Ντέμουθ
'στέγες και καμπαναριό'
© Μουσείο του Μπρούκλιν

Τσαρλς Ντέμουθ
Είδα το Σχήμα 5 σε Χρυσό, 1928
© NY_Met

Μάρσντεν Χάρτλεϊ
Πορτρέτο Γερμανού Αξιωματικού

Έδειξε για πρώτη φορά το έργο της O'Κιφ το 1917 και το 1924 παντρεύτηκαν. Διαχειρίστηκε την εικόνα της και ενθάρρυνε τη δημιουργία των έντονων πινάκων της με τα λουλούδια, τα κτίρια και, όλο και περισσότερο, το ερημικό τοπίο του Νέου Μεξικού. Το 1946, η O'Κιφ ήταν η πρώτη γυναίκα καλλιτέχνης που τιμήθηκε με αναδρομική έκθεση στο MoMA.


Άρνολντ Νιούμαν, Άλφρεντ Στίγκλιτζ και Τζόρτζια Ο'Κιφ, 1944

η Τζόρτζια Ο’Κιφ φωτογραφημένη από τον Άλφρεντ Στίγκλιτζ

Τζόρτζια Ο’Κιφ, Λευκό Τριαντάφυλλο, 1927 © Μουσείο Τζόρτζια Ο’Κιφ

Τζόρτζια Ο'Κιφ, Ραστ Ρεντ Χιλς, 1930, Μουσείο Τέχνης Μπράουερ

Εν τω μεταξύ, ο Μάριν εγκωμιάστηκε για τις ακουαρέλες του και τις πειραματικές αφαιρέσεις του στο λάδι- το 1948 ο κριτικός Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ έγραψε ότι «αν δεν είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι είναι ο καλύτερος ζωγράφος που ζει αυτή τη στιγμή στην Αμερική, πρέπει σίγουρα να τον λάβουμε υπόψη μας». Το 1950, στα 80 του χρόνια, μια αναδρομική έκθεση του έργου του Μάριν κυριάρχησε στο περίπτερο των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μπιενάλε της Βενετίας. 

 

Τζον Μάριν, Ρόου, Μασαχουσέτη, 1918

Τζον Μάριν, Στόνινγκτον, Μέιν, 1923


Αλλά η Μπιενάλε περιλάμβανε επίσης έργα νέων καλλιτεχνών όπως ο Τζάκσον Πόλοκ και ο Βίλεμ ντε Κόνινγκ. Η εκρηκτική άφιξη της μεταπολεμικής αμερικανικής τέχνης επισκίασε και σχεδόν εξαφάνισε το διεθνές προφίλ των προηγούμενων αμερικανών μοντερνιστών.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, ενώ άλλοι μοντερνιστές δεν τα πήγαιναν και τόσο καλά, οι καλλιτέχνες του Στίγκλιτς συνέχισαν να προσελκύουν το ενδιαφέρον, να εκτίθενται και να συλλέγονται.

Και όπως δηλώνει ιδιοκτήτης μεγάλης γκαλερί: "Ο αμερικανικός μοντερνισμός έχει τόσο πλούσια ιστορία και είναι τόσο ζωντανός. Τα έργα αυτά αντανακλούν την πνευματική αίγλη της εποχής. Είμαστε παθιασμένοι με αυτή την περίοδο. Ήταν καταλυτική για την αμερικανική ιστορία, μια μεγάλη εποχή αλλαγών, η οποία αντιμετωπίστηκε με ενθουσιασμό από καλλιτέχνες και μουσικούς".
 

 

επιμέλεια-κείμενο: Κάππα Λάμδα
© periopton



Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ' οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

 

24.3.25

Μονίκ Ζακό, η τέχνη της παρατήρησης

4' διάβασμα


 

 

Γεννημένη στο Νεσατέλ το 1934, η Μονίκ Ζακό προτιμούσε πάντα τους παράδρομους. Ήδη από την εκπαίδευσή της, ξεφεύγει τακτικά από τον ασφυκτικό κλοιό της τεχνικά άρτιας φωτογραφίας στούντιο που διδάχθηκε στην Ecole des arts et métiers στο Βεβέ. Ατελείωτες ασκήσεις με ποτήρια, αυγά, πιρούνια και άλλα αντικείμενα την έκαναν να βαρεθεί. Προτιμά τις εξορμήσεις στη φύση και την πόλη, φέρνοντας πίσω εικόνες που δεν αφορούν εξεζητημένες σκηνοθεσίες, αλλά μικρές παρατηρήσεις της καθημερινής ζωής, τυχαίες συναντήσεις, εκπληκτικές σκηνές και ανακαλύψεις. Μόλις αποφοίτησε το 1956, η νεαρή φωτογράφος άρχισε να κερδίζει τα προς το ζην κάνοντας ρεπορτάζ. Το οικονομικό κλίμα ήταν ευνοϊκό για το φωτορεπορτάζ. Η Μονίκ Ζακό κατάφερε γρήγορα να δημοσιεύσει φωτογραφίες της στα περιοδικά Die Woche και Annabelle και στη συνέχεια σε διεθνή περιοδικά όπως η Vogue, το Elle και το Geo.



Μονίκ Ζακό
φωτό: ιδιοκτησία της οικογένειας

Όσο μεγάλωνε όμως η επιτυχία της, τόσο μεγάλωνε και ο σκεπτικισμός της. Αρνήθηκε να παράσχει τις αναμενόμενες εικονογραφήσεις για τα πατροπαράδοτα «γυναικεία θέματα», όπως τα παιδιά και η οικογένεια.
Αντ' αυτού, ανέπτυξε τις δικές της αφηγήσεις για την επαναστάτρια Νίκη ντε Σεν Φαλ, για νεαρές αθλήτριες της καλλιτεχνικής γυμναστικής στο τεταμένο πολιτικό κλίμα της Πράγας, για την εκπαίδευση και την κατάρτιση των νεαρών κοριτσιών στο κλειστό αγγλικό οικοτροφείο Γουίκομπ Άμπι. Περίεργη και ανοιχτή στον κόσμο, διευρύνει το πεδίο δράσης της, ταξιδεύοντας σε όλη την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αναζήτηση θεμάτων που περιστρέφονται γενικά γύρω από κοινωνικά ζητήματα. Η συνάντησή της με τους σχεδιαστές Τσαρλς και Ρέι Ιμς στην Καλιφόρνια ήταν ένα γεγονός-κλειδί: ανακάλυψε τον συναρπαστικό τρόπο ζωής ενός χειραφετημένου ζευγαριού.



Νίκη ντε Σεν Φαλ, γαλλίδα γλύπτρια,
Soisy-sous-Ecole, Γαλλία, 1963.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz


Γουίκομπ Άμπι, Αγγλία, 1966.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

'γυμνάστριες', Πράγα,
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, 1960.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz


'οι δεσποινίδες της Λεγεώνας της Τιμής',
Σεν Ζερμέν-αν-Λαγιέ, Γαλλία, 1969.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

'διαδήλωση για την ασφαλιστική κάλυψη μητρότητας',
Place fédérale, Βέρνη, Ελβετία, 25 Νοεμβρίου 1994.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Ήδη από το 1960, η Μονίκ Ζακό χαρακτηρίστηκε από το Ελβετικό εξειδικευμένο περιοδικό Camera ως ένας «νέος τύπος φωτορεπόρτερ». Αλλά ενώ έκανε όνομα με την υποκειμενική οπτική της γλώσσα, η κατάσταση στο πεδίο που δραστηριοποιείτο γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Τα έντυπα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται υπό πίεση, σημαντικές πλατφόρμες για τη φωτογραφία εξαφανίζονται και τα περιθώρια για ανεξάρτητους φωτορεπόρτερ συρρικνώνονται.
Η Μονίκ Ζακό σταδιακά απομακρύνεται από τα μέσα ενημέρωσης και δημιουργεί εικόνες που μπορεί να εκθέσει και μερικές φορές ακόμη και να πουλήσει. Εκτός από μεμονωμένες εικόνες από ρεπορτάζ, παρουσιάζει επίσης ολόκληρες σειρές που ξεχωρίζουν σαφώς από τη δημοσιογραφία. Τα «Εσωτερικά τοπία» της, για παράδειγμα, ασχολούνται με κενούς χώρους, μελαγχολικούς εσωτερικούς κόσμους στους οποίους ο χρόνος έχει σταματήσει. Εκτέθηκαν το 1980 από το Ελβετικό Ίδρυμα για τη Φωτογραφία στο Kunsthaus της Ζυρίχης, και αυτά τα έργα που μοιάζουν με σουρεαλιστικά δημοσιεύτηκαν επίσης λίγα χρόνια αργότερα στο περιοδικό Du της Ζυρίχης, αφιερωμένο σε αυτό που ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής Γκουίντο Μαγκναγκάνιο αποκάλεσε απροσδόκητη άνοιξη της «καλλιτεχνικής φωτογραφίας» στην Ελβετία. Στο τεύχος αυτό παρουσιάζονται δώδεκα φωτογράφοι που γύρισαν την πλάτη στο κλασικό ρεπορτάζ, μεταξύ των οποίων η Μανόν και η Μονίκ Ζακό, οι μοναδικές γυναίκες.



'υπαίθρια αγορά', Παρίσι, Γαλλία, 1962.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

'σταθμός λεωφορείων', Νέα Υόρκη, ΗΠΑ, 1958.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Νέα Ορλεάνη, ΗΠΑ, 1959.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Μπερ Σίμπα, Ισραήλ, 1961.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz


Παρά την ανανέωση αυτή, η Μονίκ παρέμεινε πιστή στην προσέγγιση του τεκμηρίου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντί για άρθρα σε περιοδικά, προτιμούσε να εστιάζει σε πρωτότυπες, μακροπρόθεσμες δημιουργίες. Ταξίδεψε στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη και συντηρούσε τον εαυτό της παράγοντας έργα κατά παραγγελία για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ανέπτυξε το μεγάλο της έργο «Γυναίκες της Γης».  Κέρδισε την εμπιστοσύνη 24 αγροτισσών, έγινε μέλος τους και πήρε μέρος στη ζωή τους: «Ήθελα να βρω μια μορφή που δεν θα ήταν γλυκιά και δεν θα έμοιαζε με αγροτικό λεύκωμα ή με εξύμνηση της γης (...). Ήθελα να είμαι πολύ ακριβής, όπως σε ένα ντοκιμαντέρ».
Τα αποτελέσματα συζητούνται με κάθε αγροτική οικογένεια και λαμβάνεται υπόψη η άποψή τους. Το βιβλίο Femmes de la terre / Frauen auf dem Land (1989) έγινε όχι μόνο το πορτρέτο μιας κοινωνικής ομάδας που σπάνια αναδεικνύεται μέσω φωτογραφιών, αλλά και μια μοναδική συλλογή ιστοριών για την ελβετική αγροτιά.



Κοζέτ Πετρεμάντ, La Côte-aux-Fées,
καντόνι Νεσατέλ, Ελβετία, 1987.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Λιλή και Μαριέτ Μοννέ, Μαρί-Λοράνς Βουγιαμόζ-Μοννέ,
Isérables, καντόνι Βαλέ, Ελβετία, années 1980.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Ajotex, Porrentruy, καντόνι Γιουρά, Ελβετία, 1992.
© Monique Jacot / Fotostiftung

Vaucher SA, La Chaux-de-Fonds, καντόνι Νεσατέλ, Ελβετία, 1991.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Τη δεκαετία του 1990, ασχολήθηκε με το φωτογραφικό δοκίμιο μεγάλης κλίμακας.
Το θέμα της: οι σκληρές συνθήκες εργασίας των εργατριών σε γραμμές συναρμολόγησης. Σε αντίθεση με τις αγρότισσες, έπρεπε να ξεπεράσει πολλά εμπόδια για να αποκτήσει πρόσβαση σε περίπου τριάντα ελβετικούς χώρους παραγωγής. Τα πορτρέτα της, υποστηριζόμενα από εντυπωσιακές εικόνες κουρασμένων χεριών και μονότονων διαδικασιών, ρίχνουν φως στην καθημερινή ζωή των εργοστασίων. Ωστόσο, οι εργαζόμενοι είχαν ελάχιστες ευκαιρίες να μοιραστούν τις ανησυχίες και τις δυσκολίες τους με την φωτογράφο. Καθώς τους απαγορεύεται να μιλήσουν για τις συνθήκες εργασίας τους, η Μονίκ Ζακό δεν είχε τελικά το απαραίτητο υλικό για την παραγωγή ενός νέου βιβλίου.
Έτσι, αρκέστηκε στο να παρουσιάσει τις φωτογραφίες της σε μια έκθεση με τίτλο «Cadences - L'usine au féminin / Fabrikarbeiterinnen - Leben im Akkord». 

 


Nestlé, Broc, καντόνι Φράιμπουργκ, Ελβετία, 1991.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Σχολή Νοσηλευτικής, Ζυρίχη, Ελβετία, 1958.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Βρετάνη, Γαλλία,1960.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

'μαθητευόμενοι', Μόσχα, Σοβιετική Ένωση, 1968.
© Monique Jacot / Fotostiftung Schweiz

Παράλληλα με αυτό το δεσμευτικό έργο, το οποίο περιλαμβάνει την καταγραφή του γυναικείου κινήματος της δεκαετίας του 1990 - γύρω από τη μη εκλογή της Κριστιάν Μπρούνερ ως ομοσπονδιακής συμβούλου - συνεχίζει τα καλλιτεχνικά της σχέδια, τα οποία αποκτούν δυναμική ιδιαίτερα μετά την αλλαγή της χιλιετίας. Δημιουργεί τοπία που ξεχωρίζουν από συγκεκριμένες καταστάσεις, αποτυπώνοντας ατμόσφαιρες και δομές που έχουν πάντα λυρικό χαρακτήρα. Και τραβάει Polaroids αντικειμένων, φυτών και ζώων, από τα οποία δημιουργεί πολύχρωμες, ζωγραφικές εικόνες χρησιμοποιώντας μια πολύπλοκη διαδικασία μεταφοράς.  Αυτές οι «μεταφορές» περιορίζουν τον ορατό κόσμο σε μερικά σημαντικά φαινόμενα, μικρές παρατηρήσεις που αποτυπώνονται σαν ποιήματα. Εξάλλου η ίδια έχει δηλώσει σε συνέντευξή της πως:  «είμαι περισσότερο ποιήτρια παρά φωτογράφος»

Για άλλη μια φορά, η Μονίκ Ζακό διευρύνει τους ορίζοντές της και επιχειρεί την αφαίρεση. Αυτές οι χαμηλόφωνες στοχαστικές αφηγήσεις αντικατοπτρίζουν τον εσωτερικό της κόσμο, όπως ακριβώς εξερευνούσε πάντα τον εαυτό της φωτογραφίζοντας άλλους: «Πολλά από τα πορτρέτα μου γυναικών είναι στην πραγματικότητα αυτοπροσωπογραφίες», έχει πει η Μονίκ Ζακό. Με αυτόν τον τρόπο, τα φαινομενικά ανόμοια μέρη της δουλειάς της ενώνονται με εκπληκτικό τρόπο για να σχηματίσουν έναν συνεκτικό, αυτοτελή κόσμο εικόνων.


 

 πηγή: Sept mook



επιμέλεια-μετάφραση: Κάππα Λάμδα
© periopton



Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ' οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

13.2.25

Η μοναδική ματιά του Μοριγιάμα, περνάει μέσα από μια κόμπακτ Nikon

3' διάβασμα



 

 

 

Ντάιντο Μοριγιάμα
Camera Mainichi, Χιροσίμα, 1974
© Daido Moriyama Photo Foundation

Μία μικρότερη επιλογή -σε σχέση με το παρελθόν- νέων φωτογραφικών έργων παρουσιάζει ο εμβληματικός Ντάιντο Μοριγιάμα στην Photographers' Gallery με τον τίτλο «Encounters» και τα οποία αντιπροσωπεύουν μια πιο «ήσυχη» πλευρά του έργου του. Μέσα από αυτά διαπιστώνουμε πως στα 80 του χρόνια, δεν είναι πια ο μανιώδης ταξιδιώτης που ήταν κάποτε και τώρα εφαρμόζει μια πιο στοχαστική και φιλοσοφημένη προσέγγιση στη δουλειά του. Και αυτές οι φωτογραφίες χαρακτηρίζονται από αυτήν την ιδιαίτερη αισθητική που του χάρισε και την αναγνωρισιμότητά του. 

 

 

Για πάνω από έξι δεκαετίες ο Μοριγιάμα είχε μια μοναδική ικανότητα του να φωτογραφίζει το οικείο και να το κάνει να μοιάζει πρωτόγνωρο, σαν να παρατηρεί εκ νέου συνηθισμένες καθημερινές σκηνές.
Ο Μοριγιάμα τελειοποίησε την τέχνη του στις πόλεις του Τόκιο και της Οσάκα, ωστόσο φωτογράφισε επίσης, με τον ίδιο ξεχωριστό τρόπο, τους δρόμους της Νέας Υόρκης, του Λος Άντζελες, της Φλωρεντίας, του Παρισιού και του Λονδίνου.

 Βασικό μέλος του ριζοσπαστικού κινήματος Provoke στα τέλη της δεκαετίας του '60, αψήφησε τις φωτογραφικές νόρμες, υπερβαίνοντας τα όρια και καταργώντας τους περιορισμούς που επιβάλλονταν κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου.



Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.14’, 2010
λήψη με Nikon Coolpix S9100
© Daido Moriyama Photo Foundation

Σε αντίθεση με τις γνωστές εικόνες του με τις σκληρές σκηνές δρόμου στην πολύβουη πόλη, η ενότητα «Encounters» αποκαλύπτει τη λιγότερο εξερευνημένη ικανότητά του να δείχνει ήσυχους διαλογισμούς και την ομορφιά της εύρεσης της ηρεμίας στην καθημερινότητα - φύλλα από άνθη κερασιάς, μια αραχνοΰφαντη κουρτίνα στο αεράκι, ακόμη και μια φθαρμένη πρόσοψη από μπετόν. Αν και με ελαφρώς διαφορετική έμφαση στο έργο του, το χαρακτηριστικό ύφος του Μοριγιάμα εξακολουθεί να είναι εμφανές. Οι κοκκώδεις εικόνες καθημερινών σκηνών του δρόμου μετατρέπονται από στιγμιότυπα σε έργα σύγχρονης τέχνης.

 


Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.22’, 2012
λήψη με Nikon Coolpix S9100
© Daido Moriyama Photo Foundation


Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.18’, 2011
© Daido Moriyama Photo Foundation

Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα 'K', 2017
© Daido Moriyama Photo Foundation

Τα έργα στην ενότητα «Encounters» αναδεικνύει την ικανότητα του να παρατηρεί αυτές τις φευγαλέες στιγμές οικειότητας που εύκολα μπορεί να παραβλέψει κανείς μέσα στη βιασύνη της καθημερινής ζωής. Αυτές οι λεπτές βινιέτες συνδυάζονται με στιγμές χιούμορ, για να δημιουργήσουν μια ανάλαφρη και ιδιόρρυθμη αίσθηση - μια αίσθηση που δεν συνδέεται συχνά με τοποθεσίες όπως το Τόκιο.
Μιλώντας γι' αυτή τη δουλειά ο Μοριγιάμα λέει: «Μπορεί να φαίνεται ότι απλά στρέφω την κάμερα σε ό,τι βρίσκεται μπροστά μου. Αλλά προσπαθώ να φωτογραφίσω αυτό που οι άνθρωποι βλέπουν, αλλά δεν παρατηρούν - κάτι που είναι μυστηριώδες και άγνωστο στην καθημερινή ζωή».

 


Ντάιντο Μοριγιάμα
‘Record No.32’
© Daido Moriyama Photo Foundation

Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.36’
© Daido Moriyama Photo Foundation

Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.39’
© Daido Moriyama Photo Foundation

Γνωστός για την προτίμησή του σε μια φωτογραφική μηχανή μικρού μεγέθους, με πολλές πηγές να παραπέμπουν στη σειρά Ricoh GR III, ο Μοριγιάμα φωτογραφίζει και αποτυπώνει τα θέματα που τον ενδιέφεραν καθώς περιπλανάται στους δρόμους, επίσης και με μία σειρά από κόμπακτ Nikon Coolpix, μεταξύ αυτών τις S9500, S9100 και S7000. Είναι ένα στοιχείο που αμφισβητεί τη συνήθη πεποίθηση ότι η σπουδαία φωτογραφία απαιτεί ακριβό εξοπλισμό υψηλών προδιαγραφών. 

 

ο Ντάιντο Μοριγιάμα
με μία από τις κόμπακτ μηχανές του
📸© John Sypal
 

Αυτή η επιλογή του εκφράζει μια βαθύτερη φιλοσοφία: ότι το όραμα και η πρόθεση έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από τι μηχανή κρατάς στο χέρι. Το έργο του είναι μια απόδειξη της ιδέας ότι η φωτογραφία έχει να κάνει με το ένστικτο και το προσωπικό όραμα και όχι με την τεχνική τελειότητα.
Η προτίμηση του Μοριγιάμα στις κόμπακτ φωτογραφικές μηχανές δεν ήταν τυχαία. Η δουλειά του καθοδηγείται από τον αυθορμητισμό, αποτυπώνοντας φευγαλέες στιγμές στους δρόμους του Τόκιο και όχι μόνο. Μια ελαφριά, διακριτική φωτογραφική μηχανή του επιτρέπει να φωτογραφίζει γρήγορα και να κινείται πιο ευέλικτα, αντικατοπτρίζοντας τη γρήγορη ενέργεια της αστικής ζωής. Η προσέγγισή του, επηρεασμένη από το κίνημα Provoke στα τέλη της δεκαετίας του 1960, αγκάλιασε την ατέλεια, το θόλωμα, ο κόκκος και οι εκτός εστίασης φωτογραφίες δεν ήταν ελαττώματα, αλλά βασικά συστατικά της οπτικής του γλώσσας (Are, Bure, Boke)*.



Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα 'K', 2017
λήψη με Nikon Coolpix S7000
© Daido Moriyama Photo Foundation


Ντάιντο Μοριγιάμα
από την ενότητα ‘Record No.35’, 2017
λήψη με Nikon Coolpix S7000
© Daido Moriyama Photo Foundation

Ντάιντο Μοριγιάμα
Shinjuku, 2002
© Daido Moriyama Photo Foundation

Χρησιμοποιώντας κόμπακτ φωτογραφικές μηχανές Nikon και Ricoh, ο Μοριγιάμα υποστήριξε την ιδέα ότι η φωτογραφική μηχανή είναι απλώς ένα εργαλείο και ότι το όραμα του φωτογράφου είναι αυτό που δίνει ζωή στην εικόνα. Η σύλληψη, είναι ένα χωνευτήρι συναρπαστικών εικόνων από τις οποίες σχηματίζεται μια ολοκληρωμένη και δελεαστική αφήγηση κατά τη διαδικασία επεξεργασίας.



Ντάιντο Μοριγιάμα
Asahi Journal, 1969
© Daido Moriyama Photo Foundation

Επανερχόμενοι στην έκθεση, να τονίσουμε πως προβάλλει την ικανότητά του να βρίσκει αναστοχασμούς στο καθημερινό, αποτυπώνοντας παραγνωρισμένες λεπτομέρειες, ήσυχες γωνιές και φευγαλέες αλληλεπιδράσεις. Τα έργα υπογραμμίζουν περαιτέρω την ιδέα ότι η δυναμική φωτογραφία έχει να κάνει με την παρατήρηση και την αφήγηση ιστοριών, όχι με τα μεγαπίξελ και το μέγεθος του αισθητήρα.



*Αυτός ο όρος αναφέρεται στην παρουσία ορατού κόκκου ή «θορύβου» στις φωτογραφίες. Αντί να επιδιώκει την αψεγάδιαστη καθαρότητα και τον λεπτό κόκκο του φιλμ που συχνά συνδέεται με την παραδοσιακή φωτογραφία, ο Μοριγιάμα αγκαλιάζει την υφή και τις ατέλειες που δημιουργούνται από τον κόκκο.

Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 13 Απριλίου,
στην 'The Photographers' Gallery',
16-18 Ramillies Street, London W1F 7LW. 

 

επιμέλεια-κείμενο: Κάππα Λάμδα
© periopton



Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ' οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)